- δωρῇ
- δωρέομαιgivepres subj mp 2nd sgδωρέομαιgivepres ind mp 2nd sgδωρέωgivepres subj mp 2nd sgδωρέωgivepres ind mp 2nd sgδωρέωgivepres subj act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κατηγορητήριο — το 1. η κατά την έναρξη τής δίκης έγγραφή ή και προφορική διατύπωση τής κατηγορίας εναντίον τού κατηγορουμένου 2. το δικονομικό έγγραφο που περιέχει την πράξη η οποία αποδίδεται στον δράστη, με αποφάσεις τών αρμόδιων συμβουλίων πλημμελειοδικών ή… … Dictionary of Greek
παραχωρητήριο — το (νομ.) δημόσιο έγγραφο, ιδρυτικό και αποδεικτικό τής παραχώρησης δικαιώματος κυριότητας ή χρήσης ακινήτου τού Δημοσίου σε ιδιώτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < παραχωρώ + κατάλ. τήριο (πρβλ. δωρη τήριο). Η λ., στον λόγιο τ. παραχωρητήριον, μαρτυρείται από το… … Dictionary of Greek